Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2009
Μια ιστορία (συνέχεια 6)
Τι προτίθετο να της προσφέρει; Τι έκανε για να περισώσει ό,τι είχε απομείνει; Απλώς ήταν εκεί. "Είμαι εδώ" έλεγε. Και νόμιζε πως ήταν πανάκεια. "Είμαι σωστός" έλεγε, μα πώς να τον πιστέψει; "Δε θέλω να σε πληγώνω" έλεγε, μα οι πράξεις του έλεγαν το αντίθετο. "Θέλω να είσαι ευτυχισμένη" έλεγε, μα πώς το έδειχνε; "Θέλω να νοιώσεις ασφάλεια" έλεγε, μα τι έκανε γι' αυτό;
Κι εκείνη τον άκουγε κι αναρωτιόταν. Να πιστέψει τι; Να στηριχτεί σε τι; Να πιαστεί από τι; Η αξία των λόγων του ήταν μηδενική. Έπρεπε να δει για να μπορεί να πιστέψει. Μα και πάλι τι θ' άλλαζε; Ακόμα κι αν αποδεικνύετο πως ήταν μόνο σ' εκείνη, τι θ' άλλαζε; Η συμπεριφορά του προς την ίδια ήταν άθλια. "Το τι νοιώθεις για κάποιον, φαίνεται απ' τις πράξεις σου" του έλεγε. "Το ξέρω πως δεν φαίνεται απ' όσα σου έκανα, μα σ' αγαπώ" της απαντούσε. Και περίμενε να τον πιστέψει. "Εγώ, μέσα μου, το ξέρω πως σ' αγαπώ" της έλεγε και μ' αυτό νόμιζε πως θα την έπειθε.
Πώς ήταν δυνατόν, όταν η συμπεριφορά του απέναντί της ήταν από αδιάφορη εως απάνθρωπη; Πώς μπορούσε να είναι τόσο σκληρός απέναντί της, ενώ ήξερε πόσο πολύ την πλήγωνε ήδη απ' την πρώτη στιγμή που ήταν μαζί; Ενώ ήξερε πόση προσπάθεια χρειάστηκε από μέρους της να τον δεχτεί πίσω, χωρίς καν να έχει φυσικά φανταστεί πως θα γύριζε ένας ξένος, αντί του ανθρώπου που αγαπούσε; Ενώ ήξερε πως ποτέ, ό,τι κι αν της είχε κάνει, δεν ρίσκαρε, ούτε ευτέλισε τη σχέση τους, με καμία της συμπεριφορά; Ενώ ήξερε πως θα μπορούσε να τον πληρώσει με το ίδιο νόμισμα, να τον πονέσει όσο εκείνος, μα δεν το έκανε ποτέ; Πώς μπορούσε;
Ερώτημα που ήταν απλώς αδύνατον να απαντηθεί. Η στάση του απέναντί της, με κανέναν τρόπο δεν έδειχνε αυτή την αγάπη για την οποία της μιλούσε. Το μόνο που μπορούσε εκείνη να δει σ' όλα αυτά, ήταν πως την θεωρούσε δεδομένη. Όχι αγάπη, ούτε ενδιαφέρον. Απλά πως την θεωρούσε δεδομένη, σε αντίθεση με το παιχνίδι του, γι' αυτό και μπορούσε σ' εκείνη (που αγαπούσε...) να είναι απάνθρωπος, ενώ σ' αυτό (που δεν αγαπούσε) έκανε ό,τι μπορούσε για να φαίνεται γλυκός κι ευγενικός.
Ο χρόνος τελείωνε. Εκείνη, δεν έψαχνε πια να βρει απαντήσεις στη δική του συμπεριφορά, μα μέσα της. Η στάση του ήταν δεδομένη. Το ίδιο κι η (ανύπαρκτη) προθυμία του να βελτιώσει ή έστω ακόμα και να θωρακίσει ό,τι είχε απομείνει από κείνο που είχαν ζήσει κάποτε. Από εκείνο το παραμύθι, δε θυμόταν πια σχεδόν τίποτα. Κάποιες, ελάχιστες, εικόνες τόσο θαμπές που ήταν σαν να τις είχε ζήσει πολλές ζωές πριν.
συνεχίζεται...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου