Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2009
Μια ιστορία (συνέχεια 3)
Δεν μπορούσε να καταλάβει. Τίποτα. Έφτασε στο σημείο να της πει πως τα, εκτός σχέσης, "θέλω" του θα τα ζούσε και πως απλά θα ήθελε να είναι κι εκείνη μαζί. Κόντευε να χάσει το μυαλό της. Πού ήταν ο άνθρωπος που ήξερε ως τότε; Δεν είχε τίποτα μα τίποτα κοινό μ' αυτόν που είχε τώρα μπροστά της. Κι αυτό που προφανέστατα ήταν παντελής έλλειψη έστω και ίχνους αγάπης, σεβασμού, αυτό που προφανέστατα ήταν απανθρωπιά, εκείνος το ονόμαζε "ειλικρίνεια". Και σαν να μην έφτανε αυτό, ζητούσε κι εύσημα για την ειλικρίνειά του. Εκείνη έβλεπε σ' αυτόν έναν αλήτη, εκείνος έβλεπε στον εαυτό του απλώς έναν ειλικρινή άνθρωπο.
Και οι διάλογοι έδιναν κι έπαιρναν. Διάλογοι σκληροί, επώδυνοι, διάλογοι χωρίς ουσία, χωρίς συμπεράσματα, χωρίς κατάληξη. Μ' εκείνη να τρελλαίνεται, να παλεύει να χωρέσει στο μυαλό της όσα έβλεπε κι άκουγε και μ' εκείνον, ψυχρό, να επιμένει πως έτσι είναι οι άνθρωποι και πως δεν μπορεί να τον κατηγορήσει για τίποτα, εκτός του ότι έβαλε κάποια άλλη στη ζωή του εν αγνοία της. Κι όταν τον ρωτούσε γιατί γύρισε, της απαντούσε "Γιατί σ' αγαπώ". Ήταν κωμικοτραγικό. Εξάλλου οι πράξεις του είχαν ήδη μιλήσει. Την αγαπούσε;;; Δηλαδή αν την μισούσε, τι περισσότερο θα της έκανε; Σ' αυτό δεν της έδωσε απάντηση.
Ωσπου μια μέρα, εκείνη πλέον είδε πως όλα αυτά δεν βγάζουν πουθενά και διέκοψε την επικοινωνία. Την επόμενη στιγμή, όλα άλλαξαν. Ξαφνικά εκείνος αποφάσισε πως όλα όσα έλεγε ήταν βλακείες, πως είχε χάσει το μυαλό του, πως μόνο εκείνη αγαπούσε και πως πλέον ήταν οριστικά αποφασισμένος να είναι μαζί της και μόνο μαζί της. Της ζήτησε συγγνώμη, της είπε πως ξεκαθάρισε απόλυτα στο μυαλό του, πως από εκεί και πέρα θα ήταν απολύτως σωστός απέναντί της. Μα εκείνη πλέον δεν έβλεπε φως. Δεν καταλάβαινε. Πώς ήταν δυνατόν η απέραντη αγάπη του, να γίνει όλα αυτά που έκανε; Και πώς ήταν δυνατόν να την ταλαιπωρεί τόσο άδικα, τόσον καιρό και μέσα σε μια στιγμή να ξεκαθάρισαν όλα, ως δια μαγείας;
Της είπε πως με το νέο του παιχνίδι είχε τελειώσει οριστικά, πως η αγάπη του για εκείνη, ήταν μέσα του πιο ξεκάθαρη από ποτέ. Πως το μόνο του "θέλω" ήταν πλέον η ίδια κι η σχέση τους. Την παρακάλεσε να προσπαθήσει να βάλει πίσω της όσα έγιναν. Ήθελε να προσπαθήσουν μαζί να φτιάξουν ό,τι είχε απομείνει απ' αυτό που είχαν, να προσπαθήσουν να το ξανακερδίσουν. Μετανοιωμένος. Παρακαλώντας. Με δάκρυα στα μάτια. Καταλαβαίνοντας πόσο λάθος είχε κάνει. Κι εκείνη σκεφτόταν. Θα μπορούσε κάτι απ' αυτά να είναι αληθινό; Δεν μπορούσε πια να πιστέψει τίποτα. Φοβόταν ακόμα και να τον ακούσει. Μα δεν μπορούσε να φύγει. Τον αγαπούσε. Δεν ήξερε πια γιατί, δεν έβρισκε λόγο, δεν υπήρχε πια τίποτα απ' όσα αγάπησε σ' αυτόν, μα το ένοιωθε ακόμα κι αυτό ήταν που την κρατούσε κοντά του.
συνεχίζεται...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου