Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Όπως παλιά





Άνοιξε τα μάτια και τον είδε. Με το πιο γλυκό του χαμόγελο, την καλωσόρισε στην καινούρια μέρα. 

Όπως παλιά. 

Τα δάχτυλά του ταξίδευαν στο πρόσωπό της. Άνοιξε το στόμα του και ξεχύθηκαν μουσικές, αγάπης λόγια. 

Όπως παλιά.

Ένας λυγμός ανέβηκε στον λαιμό κι απ' τα μάτια της κύλησε ένα δάκρυ, μα τα χείλη του το πήραν μακρυά. 

Όπως παλιά.

"Μην κλαις", της είπε. "Ποτέ δε θέλω να δω ξανά δάκρυα στα μάτια σου". Η μέρα έλαμπε, εκείνος έλαμπε.

Όπως παλιά.

Δεν ήθελε να κοιμηθεί ποτέ ξανά. Ήθελε μόνο να μείνουν εκεί, οι δυο τους. Με το χαμόγελό του. Με τα δάχτυλά του να ταξιδεύουν στο πρόσωπό της.

Όπως παλιά.

Βούτηξε στον βυθό των ματιών του. Βυθός γεμάτος θησαυρούς, γεμάτος ομορφιές. Μπορούσε να μείνει εκεί για πάντα. Ήθελε να μείνει εκεί για πάντα.

Όπως παλιά.

"Σ' αγαπώ" της είπε, "Ποτέ δε θα κουραστώ να στο λέω. Μ' ακούς? Σ' αγαπώ ζωή μου."

Όπως παλιά.




Ανοιξε τα μάτια νομίζοντας πως... Σκοτάδι. Δεν είχε ξημερώσει. Έκλεισε το ξυπνητήρι. Δεν θα τ' άφηνε να σπάσει την πυκνή σιωπή. Σηκώθηκε και κοίταξε τον άδειο δρόμο. Ένας λυγμός ανέβηκε στον λαιμό κι απ' τα μάτια της κύλησε ένα δάκρυ. Το ακολούθησε κι άλλο και μετά κι άλλο κι άλλο... Τα άφησε να ταξιδέψουν στο πρόσωπό της.

Όπως παλιά.

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2010

Πριν την αυγή




Σηκώθηκε αργά, πλησίασε στο παράθυρο κι έστρεψε το βλέμμα ψηλά στον ουρανό. Δεν συνάντησε παρά πηχτό σκοτάδι, όπου κι αν κοίταξε. Απογοητευμένη έκλεισε τα μάτια. Το δροσερό αεράκι της χάιδεψε το πρόσωπο, που έκαιγε ακόμα απ' το χάδι του. Γεμάτο αόρατα σημάδια το πρόσωπο, το κορμί της, η ψυχή της. Σημάδια από ένα άγγιγμα που την είχε χαράξει βαθιά. Πληγές γλυκές, που λαχταρούσε να κρατήσει για πάντα. 

Η νύχτα έπεφτε βαριά στους ώμους της. Της ήταν δύσκολο να την αντέξει. Θυμήθηκε ένα απόγευμα. Είχαν κάνει έρωτα. Είχε αποκοιμηθεί πλάι της και δεν χόρταινε να τον κοιτάζει. Ήταν τόσο όμορφος, τόσο ήρεμος...  Ηθελε ν' ακουμπήσει το κεφάλι της στο στήθος του που ανεβοκατέβαινε αργά, ν' ακούσει την καρδιά του, να νοιώσει την ανάσα του, μα δεν τόλμησε, από φόβο μην τον ξυπνήσει. Έτσι έμεινε να τον κοιτάζει,  χαιδεύοντας απαλά τις άκρες των μαλλιών του.

Τόσες οι μαγικές στιγμές τους...τις ξαναζούσε στα όνειρά της. Μόνο εκεί χωρούσαν πια. Γύρισε στο κρεββάτι και ξάπλωσε, αφήνοντας το αεράκι να μπαίνει στο δωμάτιο. Τον σκέπασε με την αγάπη της - κι ας μην ήταν εκεί - κι έμεινε να τον κοιτάζει, περιμένοντας να ξημερώσει...

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Ανάμνηση



... Κάποτε άγγιξα το σώμα σου γυμνό

σφιχτά τυλίχτηκα στις μπούκλες των μαλλιών σου

μία βραδιά μας έχω πάντα φυλαχτό

κι ένα χαμόγελο στις άκρες των χειλιών σου...

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Ως το τρία




Μετράω ως το τρία και βγαίνω.

Πού έχεις κρυφτεί?

Αφουγκράζομαι.

Ακούω την ανάσα σου.

Κοιτάζω γύρω.

Νομίζω κινείσαι.

Είσαι εκεί?

Ναι, κινείσαι.

Πλησιάζω.

Θα σε βρω?

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010

Απομεινάρια



Πόσες λέξεις, πόσες εικόνες, κιτρινισμένες.

Θαμένες σ' ένα συρτάρι, κάτω από στιγμές ζωής ανάκατες.

Διαμάντια λαμπιρίζουν αχνά, σκορπίζοντας λιγοστό φως.

Κανείς δεν τα προσέχει. Το συρτάρι κλειστό.

Βήματα ακούγονται, κάποιος πλησιάζει.

Μια φωνή περνάει γοργά κι απομακρύνεται.



Καρφί η λύπη, μπήγεται στα χρωματιστά μπαλόνια.

Κι αυτά χτυπούν μαραμένα, νεκρά, στην παγωμένη λίμνη.

Λίμνη από διαμάντια, που κανείς δεν πρόσεξε.

Βουλιάζουν αργά, τα χρώματά τους ξεθωριάζουν.



Νότες πετούν σαν πεταλούδες γύρω απ' τα όνειρα.

Προσπαθούν να τ' αγγίξουν.

Μα αυτά, κάτω απ' το πέπλο της νοσταλγίας μένουν να σαπίζουν.

Σε λίγο, μόνο η σκόνη τους θα έχει μείνει.

Απομεινάρι των προσευχών. Απομεινάρι όσων λατρεύτηκαν.

Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2010

Χρώματα



Γαλάζιο. 

Περιμένεις.  Δεν κοιτάς το ρολόι σου.  Έρχονται φώτα και βροχές.
Σε φωνάζουν.  Ακούς, μα δεν κινείσαι.  Περιμένεις.

Ροζ.

Τα λουλούδια ανθίζουν.  Ουράνιο τόξο βγαίνει. Ψηλά.
Κοιτάζεις τον ήλιο κατάματα.  Τυφλώνεσαι.

Πορτοκαλί. 

Ανοίγεις τα μάτια. Πυκνός καπνός.  Απλώνεις τα χέρια.
Ζητάς βοήθεια.  Αγγίζεις.

Μαύρο.

Ιδρώνεις.  Το τόξο χάθηκε. Το ίδιο κι ο καπνός. Κρυώνεις.
Σκοτάδι τυλίγει τα πάντα.  Γονατίζεις.

 Γκρι. 

Μια λέξη κρέμεται στα χείλη. Την καταπίνεις. Μένεις γυμνός.
Φοβάσαι. Αγκαλιάζεις το κρύο. Ελπίζεις.

Κόκκινο.

Στέκεσαι.  Αφουγκράζεσαι. Οι γροθιές σου ατσάλινες.
Το κεφάλι σου βαρύ. Το ίδιο και τα πόδια σου. Στέκεσαι.

Μωβ.

Περιμένεις.  Κοιτάς το ρολόι σου. Περνούν φώτα και βροχές.
Σε φωνάζουν. Ακούς, μα δεν κινείσαι. Περιμένεις.

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010

Κλείνω τα μάτια

Θυμάμαι στιγμές.

     Στιγμές στα χείλη σου.

          Στιγμές στις λέξεις σου.

               Θυμάμαι φωτιές.

                    Κλείνω τα μάτια και καίγομαι.

Θυμάμαι ταξίδια.

       Ταξίδια στο κορμί σου.

              Ταξίδια στη φωνή σου.

                       Θυμάμαι φως.

                             Κλείνω τα μάτια και βλέπω.

Θυμάμαι λουλούδια.

      Λουλούδια στα χέρια σου.

            Λουλούδια στα μάτια σου.

                   Θυμάμαι δροσιά.

                          Κλείνω τα μάτια και δροσίζομαι.



Κλείνω τα μάτια...

Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Εκεί


Πάντα.

Το ξέρεις.

Εκεί.

Το ξέρεις.

Κι ας μην το σκέφτεσαι.

Πάντα εκεί.

Κι όταν δεν με κοιτάς.

Κι όταν δε με βλέπεις.

Κι όταν είσαι μακρυά και δεν ακούς τη φωνή μου.

Το ξέρεις.

Κι όταν ο λυγμός δένεται θηλιά στο λαιμό μου.

Κι όταν το βλέμμα μου αγκαλιάζει μιαν άλλη εικόνα.

Κι όταν το γέλιο μου γεμίζει τον αέρα.

Το ξέρεις.

Κι όταν το πρόσωπό μου έχει σβηστεί.

Κι όταν τα γράμματα έχουν κιτρινίσει.

Κι όταν δεν νοιώθεις τη ζέστη μου.

Το ξέρεις.

Κι όταν οι φωτογραφίες έχουν παλιώσει.

Κι όταν το χέρι μου δεν νοιώθεις πάνω στο δικό σου.

Κι όταν δεν θυμάσαι τ' όνομά μου.

Το ξέρεις.

Το ξέρεις.

Κυριακή 1 Αυγούστου 2010

Διακοπές

Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

Φως





Θα πρέπει να κόντευαν μεσάνυχτα. Δεν ήξερε καν που ήταν. Περπατούσε με μικρά προσεκτικά βήματα, σκοντάφτοντας κάθε τόσο σε εμπόδια. Τα χέρια της ήταν απλωμένα μπροστά, ψαχουλεύοντας τον αέρα. Δεν άγγιζε τίποτα, φαντάστηκε πως σκόνταφτε μάλλον σε πέτρες.


Από κάπου μακριά άκουσε φωνές. Της φάνηκε πως τραγουδούσαν. Στάθηκε μια στιγμή ν' αφουγκραστεί κι αποφάσισε να προχωρήσει προς εκείνη την κατεύθυνση. Και πάνω που έκανε το δεύτερο βήμα, οι φωνές απομακρύνθηκαν κι άλλο,χαμήλωσαν και χάθηκαν. Στραβομουτσούνιασε και ξεφύσηξε αγανακτισμένη. Σκατά! Ήταν η μόνη της πυξίδα.

Το σκοτάδι πηχτό, το ένοιωθε να τυλίγεται γύρω της, να σφίγγει τον λαιμό της. Δεν το άντεχε. Δεν το φοβόταν ποτέ, απλά δεν μπορούσε να το ανεχτεί.

Σκέφτηκε πόσο της άρεσε το φως. Πόσο τα ωραία πράγματα, έδειχναν ωραιότερα, όταν ήταν στο φως. Μπορεί οι σκιές να ήταν αυτές που δημιουργούσαν βάθος, όμως τα έκαναν όλα πιο μουντά και καμιά φορά έκρυβαν εκπληκτικές λεπτομέρειες...

Τον θυμήθηκε, κάποιες ώρες νωρίτερα, λουσμένο στο μεσημεριανό φως. Χαμογέλασε. Τόσο όμορφος... Όσο και τη μέρα που τον πρωτοείδε. Αργότερα, κάθισαν αγκαλιασμένοι με τα μάτια στραμμένα στα βαθιά χρώματα του δειλινού κι ύστερα ο ήλιος χάθηκε κι ήρθε το σκοτάδι. Κι η ματιά του έχασε το φως της.

Όχι. Όχι τότε. Είχε συμβεί νωρίτερα, απλά τότε το συνειδητοποίησε. Η ματιά του, το χαμόγελό του, είχαν σκοτεινιάσει. Μα πως; Αφού θυμόταν τη σπίθα στο βλέμμα του. Γύρισε λίγο πίσω. Ναι, καλά θυμόταν. Την είχε δει αρκετές φορές να εμφανίζεται στιγμιαία, απλά δεν ήταν για κείνη.

Τον ρώτησε. Της το είπε. Όσο πιο ήπια μπορούσε. "Ίσως, δεν ξέρω, δεν νομίζω, μπορεί όμως, μάλλον..." Περισσότερο την πείραξε ο τρόπος, παρά το γεγονός. Και το ότι δεν της το είχε πει νωρίτερα. Όταν ο ίδιος κατάλαβε ότι συνέβη. Έπρεπε να της το είχε πει.

Του έδωσε ένα τρυφερό φιλί, του είπε καληνύχτα και γύρισε να φύγει. Εκείνος της κράτησε το χέρι για λίγο, σαν να μην ήθελε να την αφήσει, μα μόλις τον κοίταξε, το κράτημά του χαλάρωσε κι έτσι το χέρι της γλύστρησε απ' το δικό του. Του χαμογέλασε και περπάτησε μακριά του. Ώρες.

Και νάτη τώρα εδώ, στη μέση του πουθενά, τυλιγμένη σ' αυτό το αντιπαθητικό σκοτάδι. Δεν είχε ιδέα πού ήταν, προς τα πού έπρεπε να πάει. Τουλάχιστον δεν έκανε κρύο. Ο καιρός ήταν γλυκός και το απαλό αεράκι ευχάριστο. Το μόνο που της έμενε, λοιπόν, ήταν να βρει ένα μέρος να κοιμηθεί λίγο, μέχρι το ξημέρωμα.

Αυτό θα έκανε. Παρέα με φωτεινές αναμνήσεις.

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Μάθημα αγάπης

Είναι αλήθεια, πως πολύ δύσκολα ακολουθώ συμβουλές. Έχω την τάση να εμμένω σ' αυτό που εγώ βλέπω/πιστεύω/νοιώθω/θέλω/κρίνω/μπορώ. Κι αυτό είναι κάτι που συχνά ενοχλεί ανθρώπους που είναι κοντά μου, όταν προσπαθούν να με πείσουν για τα λάθη μου, όταν εκείνοι τα βλέπουν. Είμαι πολύ πεισματάρα και, δυστυχώς, σπανιότατα έχω την υπομονή και την ψυχραιμία να σκεφτώ πριν δράσω, όταν μου συμβαίνουν πράγματα που δεν περιμένω.

Χθες όμως, μέσα σε μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση, είχα μια πολυ ευχάριστη έκπληξη. Από έναν άνθρωπο, στον οποίον, για κάποιους λόγους, δεν άφηνα ποτέ (λανθασμένα μάλλον) πολλά περιθώρια επιρροής στην σκέψη και τον τρόπο δράσης μου.

Τον άφησα να μου μιλήσει, τον άκουσα με προσοχή. Εκείνη τη στιγμή, μάλλον δεν το κατάλαβε, δεν το άφησα να φανεί. Τον άκουσα όμως. Πολύ προσεκτικά. Κι ακολούθησα τη συμβουλή του, κατά γράμμα. Και είχε δίκιο. Απόλυτο δίκιο. Με βοήθησε, όσο χρειαζόταν, ώστε να χειριστώ την κατάσταση με τέτοιον τρόπο, που από δυσάρεστη έγινε ουδέτερη και το κλίμα ευχάριστο, μέσα σε πολύ λίγο χρόνο και χωρίς δυσκολία.

Κατά τα προφανή, με βοήθησε να χειριστώ μια κατάσταση. Ουσιαστικά, όμως, μου έδωσε ένα γερό μάθημα αγάπης. Ένα μάθημα, που, όσο κι αν απέχει απ' τις συνήθεις συμπεριφορές μου, θα το κρατήσω, γιατί κατάλαβα την ουσία του.

Ένας άνθρωπος μου δίνει αγάπη, για να δώσω αγάπη, σ' έναν άνθρωπο που μου δίνει αγάπη.



Σ' ευχαριστώ, απ' τα βάθη της καρδιάς μου. Ήταν απ' τα πιο όμορφα πράγματα που έκανες ποτέ για μένα κι όχι μόνο. Φάνηκες πολύ ανώτερός μου και σήμερα, αλήθεια, σε σέβομαι περισσότερο απ' ό,τι χθες.

Ειλικρινά σ' ευχαριστώ!!!

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

Άνοιξη

Η ζωή γαμώτο είναι πολύ όμορφη. Μ' όλα της τα στραβά, είναι εδώ να μας δώσει την επόμενη μέρα, την επόμενη ώρα, να μας ανοίξει δρόμους. Δρόμους, που κι αν δεν είναι ολάνθιστοι, μπορούμε να τους ανθίσουμε εμείς, στο πέρασμά μας.

Κάθε πρωί που ανοίγουμε τα μάτια, κάθε φορά που κοιτάζουμε γύρω, κάτι νέο είναι εκεί να μας περιμένει. Όμορφο ή άσχημο, είναι εκεί να μας δείξει νέους τρόπους δράσης, νέους ορίζοντες σκέψης.

Εκεί είμαι. Στο ηλιόλουστο ανοιξιάτικο πρωινό, παρατηρώντας τα μονοπάτια που ανοίγονται μπροστά μου.

Μου λείπεις.

Αν και τώρα σ' αισθάνομαι πιο κοντά απ' όταν ήσουν εδώ.

Δεν ξέρω αν ο χρόνος γιατρεύει πράγματι ή απλά ξέρει πώς να σκεπάζει τις πληγές μ' ό,τι καινούριο έρχεται.

Δεν ξέρω αν μ' ακούς, αν υπάρχω.

Μου λείπεις!

Καλό μήνα κόσμε.

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2010

Επαναλήψεις

Υπάρχει, άραγε, κάποιος που να μην είπε ή να μην έκανε ποτέ κάτι για το οποίο αργότερα μετάνοιωσε; Κι όσο κι αν το ξεχνάμε ή το βάζουμε πίσω, πάντα είναι εκεί να μας στοιχειώνει. Ό,τι είπαμε κι ό,τι κάναμε ως τώρα.

Και πολλές φορές, ίσως και χρόνια αργότερα, λέμε ή κάνουμε κάτι ανάλογο χωρίς να συνειδητοποιούμε πως, ουσιαστικά, επαναλαμβάνουμε το ίδιο λάθος. Λάθος που όταν πρωτοκάναμε, μπορεί και να ορκιστήκαμε να μην το επαναλάβουμε ποτέ.

Μας ξεγελούν οι διαφορές, στις συνθήκες, στους χρόνους, στα πρόσωπα. Νομίζουμε πως είναι κάτι νέο, κάτι εντελώς διαφορετικό. Κι όμως, είναι απλή επανάληψη. Κι αν το παρατηρούσαμε, θ' αποφεύγαμε πολλά λάθη. Αλλά δεν το κάνουμε ή το κάνουμε όταν είναι πια αργά.

Δεν ξέρω αν δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να το δούμε. Στην δική μου περίπτωση, νομίζω πως κατά βάθος ξέρω, αλλά δεν θέλω να παραδεχτώ πως ξέρω. Κι επαναλαμβάνω, ίσως επειδή θα ήθελα ένα διαφορετικό αποτέλεσμα, κάτι να αναπτερώσει την ελπίδα, να ξορκίσει τα φαντάσματα του παρελθόντος, να τ' αλλάξει όλα. Βαθιά μέσα μου, όμως, νομίζω πως απ' την πρώτη στιγμή, ξέρω. Γι' αυτό και δεν εκπλήσσομαι με τ' αποτελέσματα, που συνήθως δε διαφέρουν και πολύ απ' τα προηγούμενα.

Πόσο μόνιμα τελικά είναι όλα...

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010

Αυτοανάλυση

Τελευταία έχω μπλέξει τον εαυτό μου σε μια διαδικασία που αποδεικνύεται πιο δύσκολη απ' όσο νόμιζα πως είναι. Προσπαθώ να ερμηνεύω τις συμπεριφορές μου. Πράγμα που προϋποθέτει απόλυτη ειλικρίνεια. Δε χωρά εθελοτυφλία, δεν προσπερνιέται τίποτα μ' ένα "δε βαριέσαι". Κι ανακαλύπτω πράγματα που δεν είχα δει, κάποια ευχάριστα, αλλά και κάποια δυσάρεστα. Αδυναμίες που δεν είχα συνειδητοποιήσει ή που δεν ήθελα να παραδεχτώ. Χμ...

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010

2010 και;




Τόση κουβέντα για τις γιορτές των Χριστουγένων, της Πρωτοχρονιάς... και τι έγινε; Πότε ήρθαν, πότε έφυγαν δεν κατάλαβα. Έχουν χάσει πια το μεγαλείο τους στα μάτια μου. Ακόμα και το ενδιαφέρον. Είναι απλά μια περίοδος ξεκούρασης για τα παιδιά απ' το σχολείο. Τίποτα περισσότερο.


Γέρασα; Χάζεψα; Δεν νομίζω. Απλά δεν υπάρχει πια παραμύθι γύρω απ' τις γιορτές. Ούτε παραμύθι, ούτε μυστήριο, ούτε ενθουσιασμός, τίποτα. Η κάποτε χαρούμενη για μένα περίοδος, είναι τώρα ένα τίποτα. Ή μάλλον είναι μια περίοδος που περισσότερο μου φέρνει θλίψη. Η μόνη χαρά, είναι στα μάτια των παιδιών όταν στολίζουμε το δέντρο και γεμίζουμε το σπίτι λαμπιόνια.

Μέχρι πριν δυο χρόνια, ακόμα κι αυτό το λίγο φως, έφτανε για μια δική μου προσωρινή ψυχική ανάταση. Τώρα, μελαγχολία.
Πέρυσι, δεν κοιτούσα καν προς τη μεριά του δέντρου και η λάμψη των δεκάδων φώτων που έλουζε τα πάντα, δεν έφτανε στα μάτια μου. Φέτος, απλά βιάζομαι να τα εξαφανίσω. Είναι η πρώτη χρονιά που πακετάρονται όλα τα σχετικά και στοιβάζονται στην αποθήκη 2 μόλις μέρες μετά τα Θεοφάνεια. Προτιμώ το σπίτι χωρίς αυτά.

Τέλος πάντων. Καλή χρονιά να 'χουμε.